-στρίψε μου ένα τσιγάρο.
-μα το έχεις κόψει!
-ναι το ξέρω αλλά το χρειάζομαι.
-άμα δεν σου στρίψω θα πάρεις από άλλον ?
-ποτέ όσο ζω !
-δεν σου στρίβω λοιπόν .
Δεν αντέχω άλλο. Δεν μπορώ να ζώ στον ίδιο τόπο με σένα. Στην ίδια πόλη , στην ίδια χώρα. Έφυγα.
Σε μια γωνιά του Σαχέλ τριγυρνάω και φοβάμαι . Εάν δεν μας αντέχω , τι θα κάνω ? να αλλάξω πλανήτη είναι μια λύση.
«δεν έχω άλλον τέτοιο πόνο νιώσει, ότι σου είπα το χω μετανιώσει «. Νεφέλη.
Μιλάνε περίεργα εδώ κάτω. Δεν βρίσκω άκρη. Τα λέω στον τύπο στο lobby να τα πεί στον ταρίφα. DRINK and WOMEN. BAR. BAR.
A ok. Trust bar, the best in Dakar.
Τι να πει το κλαμπ 54 ? σκάλες χολυγουντιανές , νέον κρυστάλινος διάκοσμος , λαμπερός κόσμος. Μία φοβερή μπάντα έπαιζε την πιο κρεόλ μουσική που έχω ακούσει. Η μιγάδα τραγουδίστρια, γεννημένη γαζέλα , ξεσήκωνε ταραχές.
Ελληνάρας πιάνει άκρη μπάρα. Σαν μαραμένο μύδι .Σκύβει από πάνω μου ο χαμογελαστός ψηλός. Jameson απαντώ. Χαμογελά ακίνητος. Jameson whisky ξαναλέω. Χαμογελά ακόμα πιο πλατιά και μου σερβίρει ένα JOHNNY. Βαλτός είσαι ρε φίλε ?
Ψαχουλεύω την μέσα τσέπη στο σακάκι . Είναι εκεί που τ άφησα. Το κουβαλάω καιρό σαν φυλαχτό. Εχει μπει όμως ο διάολος μέσα μου. Το φύλαγα σαν τα μάτια μου. Εχω υποσχεθεί στον εαυτό μου να το φυλάξω μέχρι τέλους.
Κι όμως ένας μεγαλοπρεπής θάνατος μας πρέπει. Μια κιμπάρικη αποχώρηση. Εκδίκηση.
Μόλις είχες στρίψει τσιγάρο και σε φωνάζει αυτός ο αχώνευτος μαλάκας , ο γραμματέας της οργάνωσης. Είχε καταλάβει ότι κάτι παίζει μ εμάς αλλά σου την έπεφτε το αρχίδι. Έψαχνε αφορμές να σε ξεμοναχιάζει κι εσύ χάπατο , τσίμπαγες.
Αφησες με τάξη το τσιγαράκι πάνω στη δερμάτινη θήκη του καπνού. Την κατακόκκινη θήκη που σου έφερα για τη γιορτή σου από την Εσπερία. Το άρπαξα τρυφερά και το φυγάδευσα μέσα στη θήκη των γυαλιών μου. Της πρεσβυωπίας. Κοιτάζω τη νιότη σου μέσα απ αυτά και με πιάνει τρόμος. Για το αναπόφευκτο τέλος.
Κοιτάζω το πακέτο. LUCKY STRIKE με τη κόκκινη βούλα. Ανοίγω το καπάκι και με τ ακροδάχτυλα ψαρεύω για να βεβαιωθώ πως είν εκεί. Το τσιγαράκι.
Το γλένταγα καμμιά φορά. Ενοχικά , πολύ ενοχικά. Ηξερα πως αν μ έπαιρνες χαμπάρι θα με κομμάτιαζες. Κι όμως το έκανα κρυφά. Το έβαζα στα χείλια μου , έκλεινα τα μάτια και φαντασιωνόμουν τη σκηνή. Επιανες με αργές κινήσεις το χαρτάκι, με τα δαχτυλάκια σου. Μία πρέζα καπνό από τη θήκη την κατακόκκινη, το φιλτράκι περίμενε στα υγρά χειλάκια σου. Ένα γρήγορο πέρασμα απ την γλώσσα και στρίψιμο. Ρούφαγα χωρίς φωτιά το τσιγαράκι σου. Το είχες αγγίξει, το είχες γλύψει. Το είχες σφίξει στα χειλάκια σου. Στα όρια του αυνανισμού.
Το ποτό κατεβαίνει γάργαρο και το τσιγαράκι κρέμεται από διψασμένα χείλη. Ο διπλανός που χαριεντίζεται σαχλά με τη δικιά του , μου προτάσσει αναμμένο αναπτήρα. Απέχεις εκατοστά από τη φωτιά. Στέκομαι αμήχανα , δεν νιώθω έτοιμος να ξεμπερδέψω μαζί σου. Ποτέ δεν θα είμαι έτοιμος , ζόμπι θα τριγυρνώ.
Με πιάνει αίφνης το μαλακισμένο το Πειραιώτικο. Παλιοκαριόλα και λίγα σου σέρνω . Είχες και καλύτερους ε? βυθίσου στο ψέμα σου και σβήσε στη μιζέρια των πεθερικών !! άναψα. Το ανάβω.
Πήρα το δρόμο χωρίς γυρισμό. Δεν υπάρχει χώρος για ενοχές , ο χρόνος τρέχει. Κι φλόγα. Τραβάω τζούρες θεόρατες μα δεν εκπνέω. Κλείνω μύτη και στόμα να μην ξεφύγει ούτε ίχνος. Σε ρουφάω μέσα μου μέχρι το συννεφάκι σου να καθίσει γλυκά κι αθόρυβα σε όλα τα κύτταρα μου. Είσαι μέσα μου σαν πρωινή πάχνη ,σαν την ησυχία του χιονιού. Ρουφάω πιο δυνατά ,ξανά και ξανά. Μάτια μύτη στόμα κλειστά.
Τινάζω τη στάχτη στο πακέτο. Μια σχέση σε αποτέφρωση. Η φωτιά φτάνει στα νύχια που ευλαβικά σε κρατούν. Καίγομαι πιά, μια μεγάλη γουλιά αλκοόλ και σε σβήνω πάνω στη βρεγμένη γλώσσα μου. Πόνεσε αυτό. Όχι όσο θα θελα.
Η τελευταία μας φορά ήταν ξινή. Κάναμε ράθυμο έρωτα για να αποδείξουμε - ο καθένας στον εαυτό του – ότι τελειώσαμε , δεν είσαι τίποτα πιά για μένα. Πρώτη φορά δεν έμεινες αγκαλιά μετά, κάθισες στην άκρη του κρεβατιού και κοίταζες το κινητό . Εσπασες πρώτη τη συμφωνία. Από την μέρα που βρεθήκαμε στο ξεκαθάρισα. Τα σιχαίνομαι όλα τούτα. Μόνο τη φωνή σου θέλω ν ακούω. Ούτε ΦΒ, ούτε μέσεντζερ ούτε άλλη τέτοια μαλακία. Τι είμαι εγώ για να γράφεις τικ τοκ κι αρχίδια ? να σε βλέπω θέλω μόνο και να σ ακούω. Είχα καταφέρει να σε εθίσω και στην αλληλογραφία. Είναι πολύ σέξι , εάν ξέρεις πως. Γράμματα με ταχυμεταφορές και σημειώματα μέσα σε βιβλία. KINKY κι όμως.
Σε θέλω πιο πολύ. Το πρεζάκι σου περνάει στέρηση. Χώνω τη μύτη μου στο πακέτο και σε σνιφάρω. Γεμίζει η μύτη μου στάχτες . Χώνω τη μουσούδα πιο βαθειά , η στάχτη απλώνεται στο πρόσωπο , πασαλείβομαι , σνιφάρω , γλείφω όπου φτάνει η γλώσσα.
Σε αφιονισμένη περιδίνηση λικνίζομαι μ ένα ποτήρι στο χέρι. Οι τριγύρω νομίζουν πως παρτάρω και βαράνε ρυθμικά παλαμάκια. Στροβιλίζομαι σα δερβίσης. παλαμάκια δυνατά, πιο δυνατά , στροβιλίζομαι , ο κόσμος φεύγει , στροβιλίζομαι, σα δερβίσης , νύχτα.
Το θυροτηλέφωνο χτυπάει διαπεραστικά.
Γιώργο κρατήσου , λέει η απόκοσμη φωνή.
Το θυροτηλέφωνο στριγγλίζει .
Γιώργο κρατήσου , ήρθε το ΕΚΑΒ. Κρατήσου!!
UPDATE. “ και άνοιξαν οι Ουρανοί και Θεός μεγαλοδύναμος , Αγγελον με πορφυρούν χιτώνα έπεμψε ινα σώσε με ! “
κι ούτε να κεράσω τον καφέ δεν μ άφησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου